Τὸ εὐαγγέλιο τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ κατὰ τῶν πειρασμῶν
Ἅγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
(Μάτθ.
δ’ 1-11)
Δὲν
ὑπάρχει οὔτε μία ἐντολὴ
τοῦ Θεοῦ ποὺ
δὲν ἔχουν
παραβιάσει οἱ ἄνθρωποι. Δὲν
ὑπάρχει οὔτε μία μοναδικὴ
ἐντολὴ τοῦ
Θεοῦ ποὺ νὰ
ἔχουν τηρήσει οἱ ἄνθρωποι
χωρὶς νὰ γογγύσουν καὶ
νὰ διαμαρτυρηθοῦν. Καὶ
δὲν ὑπάρχει οὔτε
μία ἐντολὴ τοῦ
Θεοῦ ποὺ νὰ
παραβίασε ὁ Κύριος Ἰησοῦς
κι οὔτε μία ποὺ νὰ
τὴν τήρησε μὲ γογγυσμοὺς
καὶ διαμαρτυρίες. Ὅλα ὅσα
εἶχε στὴν ἐπίγεια
ζωή Του νὰ ὑποφέρει, νὰ
τηρήσει καὶ νὰ ὑποστεῖ,
τὰ ἐφάρμοσε μὲ
τέλεια ταπείνωση κι ἀπόλυτη ὑπακοὴ
στὸν οὐράνιο Πατέρα
Του. Κι αὐτὸ γιὰ
νὰ διδάξει σ’ ὅλους ἐμᾶς
τὴν ταπείνωση καὶ τὴν
ὑπακοή· νὰ μᾶς
ἐνθαρρύνει στὴν ἀντοχὴ
καὶ τὴν καρτερία· νὰ
μᾶς δείξει πὼς ὅλες
οἱ οὐράνιες ἐντολὲς
εἶναι καὶ δυνατὲς
καὶ ἀπαραίτητες γιὰ
μᾶς νὰ τὶς
τηρήσουμε, μὲ τὴν ἐποπτεία
καὶ τὴν καθοδήγηση
τοῦ παντεπόπτη καὶ ζῶντος
Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι
διαμαρτύρονται γιὰ τὴ φτώχειά τους,
παραπονοῦνται ὅτι δὲ
γνωρίζουν τὴν καταγωγή τους, μ’ ὅλο ποὺ
ὅλοι οἱ ἄνθρωποι
γνωρίζουν, ἂν κάνουν μία ἀναδρομή, ὅτι
ὀφείλουν τὴν ὕπαρξή
τους στὸ βασιλιὰ Θεό. Κι Ἐκεῖνος,
ὁ Μονογενὴς κι ἀγαπητὸς
Υἱὸς τοῦ Θεοῦ,
δὲν παραπονέθηκε ποὺ γεννήθηκε σὲ
φάτνη ἀλόγων ἢ ποὺ
δὲν εἶχε «ποὺ
τὴν κεφαλὴν κλίνη». Οἱ
ἄνθρωποι καταριοῦνται τοὺς
ἐχθρούς τους, ἂν καὶ
πολὺ συχνὰ εἶναι
τὰ δικά τους σφάλματα ποὺ
ἔκαναν τοὺς γείτονες ἐχθρούς
τους καὶ τοὺς ἔστρεψαν
ἐναντίον τους. Ἐκεῖνος
ὅμως, ὁ ἀναμάρτητος
Ἀμνὸς τοῦ
Θεοῦ, ἀναγκάστηκε στὴν
ἀγκαλιὰ τῆς
μητέρας Τοῦ ἀκόμα νὰ
δραπετεύσει σὲ γῆ μακρινή, γιὰ
ν’ ἀποφύγει τὸ ξίφος τοῦ
Ἡρώδη. Κι ὅμως, Ἐκεῖνος
δὲν καταράστηκε τοὺς ἐχθρούς
Του.
Συχνὰ
οἱ ἄνθρωποι, ὅταν
ἀντιμετωπίζουν δικά τους προβλήματα ἐπαναστατοῦν
ἐναντίον τῶν ἀρχόντων
καὶ τῶν νόμων τους. Ἐκεῖνος
ὅμως, ὁ Νομοδότης τοῦ
σύμπαντος, ὑποτάχθηκε στοὺς ὑπάρχοντες
νόμους καὶ ἀπέδωσε «τὰ
Καίσαρος Καίσαρι» (Μάρκ. Ἰβ’ 17).
Οἱ
ἄνθρωποι βρίσκουν σκληρὴ
τὴ νηστεία, μ’ ὅλο ποὺ
τὸ ψωμὶ καὶ
τὰ χορταρικὰ ἐπιτρέπονται
ἀκόμα καὶ στὴν
αὐστηρότερη νηστεία καὶ παρὰ
τὸ γεγονὸς ὅτι
ἡ νηστεία εἶναι σημαντικὴ
γιὰ τὴν κάθαρση τοῦ
νοῦ καὶ τῆς
συνείδησης. Ἐκεῖνος, ὁ
Παναγνός, χωρὶς νὰ ἔχει
καμιὰ ἀνάγκη γιὰ
κάθαρση, ἀνέλαβε ἑκούσια νὰ
κάνει τεσσαρακονθήμερη νηστεία καὶ μάλιστα αὐστηρή,
χωρὶς ψωμί, χορταρικὰ ἢ
νερό.
Ἡ προσευχὴ εἶναι
ἀγώνας γιὰ τὸν
ἄνθρωπο, τόσο ἡ κοινὴ
προσευχὴ στὴν ἐκκλησία
ὅσο κι ἡ κατὰ
μόνας. Ἡ προσευχὴ εἶναι
κλίμακα ποὺ ἀναβιβάζει τὸν
ἄνθρωπο καὶ τὴ
ζωώδη ὕπαρξή του ἀπὸ
τὴ γῆ στὸ
Θεό. Ἐκεῖνος ποὺ
κατὰ σάρκα ἔζησε μαζὶ
μὲ τοὺς ἄλλους
ἀνθρώπους στὴ βάση τῆς
κλίμακας τῆς ζωῆς, ἐνῶ
τὸ πνεῦμα Τοῦ
ἦταν στὴν κορυφή,
πήγαινε πρόθυμος καὶ χαρούμενος γιὰ νὰ
προσευχηθεῖ στὴ συναγωγὴ
καὶ περνοῦσε νύχτες ὁλόκληρες
στὴν ἔρημο
προσευχόμενος.
Οἱ
ἄνθρωποι δὲ θὰ
τηρήσουν χωρὶς γογγυσμὸ οὔτε
τὸ ἐλάχιστο δεῖγμα
τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ,
ἀκόμα κι ἂν ὁ
νόμος αὐτὸς δόθηκε γιὰ
τὴ σωτηρία τους. Ἐκεῖνος
ὅμως, ὁ Σωτήρας τοῦ
κόσμου, ποὺ δὲν εἶχε
τίποτα ἀπὸ τὸ
ὁποῖο ἔπρεπε
νὰ σωθεῖ, τήρησε ὑπάκουα
ἀκόμα καὶ τὶς
πιὸ δύσκολες ἐντολὲς
τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ
καὶ παραδόθηκε ταπεινὰ νὰ
θυσιαστεῖ γιὰ τοὺς
ἀνθρώπους, μόνο ἐπειδὴ
γνώριζε ὅτι αὐτὸ
ἦταν τὸ θέλημα τοῦ
οὐράνιου Πατέρα Του καὶ ἀπαραίτητο
γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ
ἀνθρώπου.
Ὁ Ἀδὰμ
κι ἡ Εὕα, ποὺ
ζοῦσαν ἄνετα στὸν
Παράδεισο καὶ ἀπολάμβαναν ὅλα
τὰ θεϊκὰ πλούτη καὶ
τὶς θεϊκὲς ἡδονές,
δὲν μπόρεσαν νὰ ξεπεράσουν ἕνα
μικρὸ πειρασμὸ τοῦ
πονηροῦ καὶ νὰ
μὴν ἀγγίξουν τὸν
ἀπαγορευμένο καρπό. Ἐκεῖνος
ὅμως στὴ μόνωση τῆς
ἔρημου, πεινασμένος καὶ
διψασμένος, χωρὶς ψωμὶ καὶ
νερό, χωρὶς κανένα φίλο ἢ βοηθὸ
κοντά Του, ἀντιστάθηκε στοὺς μεγαλύτερους
πειρασμοὺς ποὺ μπόρεσε νὰ
ἐπινοήσει ὁ σατανᾶς.
Πόσο
μεγαλειώδη, πόσο θαυμαστὰ μεγαλειώδη εἶναι ὅλα
τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς
τοῦ Χριστοῦ! Εἶναι
σὰν ἕνα βουνὸ
ποὺ τὰ πόδια τοῦ
βρέχει μὲ δυσκολία ἡ θάλασσα κι ἡ
κορυφή του δὲν εἶναι ὁρατὴ
στὸ ἀνθρώπινο μάτι.
Πολλοὶ ποὺ διαβάζουν τὴν
Ἁγία Γραφὴ νομίζουν ὅτι
ἡ ὑπέρτατη
διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται στὴν
ἐπὶ τοῦ
Ὅρους Ὁμιλία Του. Ὑπάρχουν
πολλὰ μέγιστα γεγονότα στὴ ζωὴ
τοῦ Χριστοῦ ὅμως
πού, στὸ δίδαγμα ποὺ παρέχουν,
στέκονται στὸ ἴδιο ὕψος
μὲ τὴν ἐπὶ
τοῦ Ὅρους Ὁμιλία.
Εἶναι σίγουρο πὼς δὲν
ὑπάρχει τίποτα ἀσήμαντο σ’ αὐτά.
Κι εἶναι ἐπίσης σίγουρο
πὼς δὲν εἶναι
δυνατὸ νὰ εἰπωθεῖ
ὅτι τὸ μάθημα ποὺ
δίνει μὲ λόγια εἶναι πιὸ
σπουδαῖο ἀπὸ
τὴ διδαχὴ ποὺ
παραδίνει μὲ τὶς πράξεις καὶ
τὰ ἔργα Του. Μπορεῖ
ἐπίσης νὰ πεῖ
κανεὶς ὅτι οἱ
πράξεις καὶ τὰ ἔργα
τοῦ Χριστοῦ, στὴν
πλειονότητα τῶν πιστῶν κάνουν
μεγαλύτερη ἐντύπωση ἀπὸ
τὰ λόγια τῶν διδαχῶν
Του. Μὲ τὸν ἴδιο
τρόπο θὰ λέγαμε ὅτι μεγαλύτερη ἐντύπωση
ἀφήνει στοὺς ἀνθρώπους
ἕνας γιατρὸς ποὺ
ἀνοίγει ἤρεμα τὰ
μάτια ἑνὸς τυφλοῦ,
ἀπὸ ἐκεῖνον
ποὺ ἐξηγεῖ
μὲ λόγια πὼς θὰ
μποροῦσε νὰ δώσει κανεὶς
φῶς σ’ ἕναν τυφλό. Ἀπὸ
τὴν ἄλλη μεριά, τὰ
μεγαλειώδη καὶ θαυμαστὰ ἔργα
στὴ ζωὴ τοῦ
Χριστοῦ θὰ παρέμεναν
μυστηριώδεις καὶ ἀκατάληπτες
βροντὲς στὴν κορυφὴ
τοῦ βουνοῦ, ἂν
δὲν εἶχαν
συγκεκριμένη ἔκφραση, ἐξήγηση καὶ
κατεύθυνση, στὴ διδαχὴ ποὺ
θέλησε νὰ δώσει ὁ θεῖος
Διδάσκαλος μὲ τὰ λόγια Του.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος
ἀναλογιστεῖ τὸ
ἕνα καὶ τὸ
ἄλλο (τὰ ἔργα
καὶ τὰ λόγια),
πρέπει νὰ παραδεχτεῖ μὲ
βαθὺ σεβασμὸ καὶ
ταπείνωση πὼς εἶναι ἀνερμήνευτα
μεγάλα, πὼς τὸ ἕνα
δὲν μπορεῖ νὰ
χωριστεῖ ἀπὸ
τὸ ἄλλο, ὅπως
κι ἡ Ἀνατολὴ
δὲν μπορεῖ νὰ
χωριστεῖ ἀπὸ
τὴ Δύση. Σὲ τί θὰ
βοηθοῦσαν οἱ παραινέσεις
τοῦ Χριστοῦ νὰ
προσευχόμαστε διαρκῶς, ἂν δὲν
εἶχε δώσει ὁ ἴδιος
τὸ παράδειγμα τῆς διαρκοῦς
προσευχῆς; Ή, ἀπὸ
τὴν ἄλλη μεριά, πῶς
θὰ μπορούσαμε νὰ κατανοήσουμε
καὶ νὰ κάνουμε χρήση
τῆς μακρᾶς νηστείας, ἂν
ὁ ἴδιος δὲν
εἶχε ἀποδείξει μὲ
τὸ παράδειγμά Του τὴν ἀνάγκη
καὶ τὴ σωστικὴ
φύση τῆς νηστείας γιά μας; Μὲ
τὸν ἴδιο τρόπο τὰ
ἔργα φιλανθρωπίας κι ἡ διδασκαλία
Του γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη,
συμπληρώνουν ἡ μία τὴν ἄλλη.
Τὸ ἴδιο θὰ
λέγαμε γιὰ τοὺς ἀγῶνες
Του μὲ τὸ σατανᾶ
καὶ τὶς διδαχές Του ὅτι
πρέπει ν’ ἀγρυπνοῦμε γιὰ
τὴν ψυχή μας καὶ νὰ
ξεπεράσουμε τοὺς πειρασμούς, ἀλλὰ
καὶ τὰ πολλὰ
ἄλλα παραδείγματα, τόσο μὲ
λόγια ὅσο καὶ μὲ
ἔργα, ποὺ θὰ
μπορούσαμε νὰ πάρουμε. Τὰ ἔργα
Τοῦ βρίσκονται σὲ ἀπόλυτη
ἁρμονία μὲ τὰ
λόγια Του, ὅπως κι ἕνα ὑγιὲς
σῶμα μὲ μία ὑγιῆ
ψυχή. Ἦρθε στὸν κόσμο ὄχι
μόνο γιὰ νὰ ἐνσαρκωθεῖ,
ἀλλὰ γιὰ
νὰ σαρκώσει καὶ κάθε λόγο
Του, νὰ ντύσει κάθε μεγαλειώδη λόγο Του στὴν
ὑπέροχη σάρκα τῶν ὁρατῶν
πράξεων καὶ ὁρατῶν
ἔργων.
Ἂς δοῦμε τώρα πὼς
σαρκώνει τὰ λόγια Του γιὰ τὴ
νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ
τὴν ὑπέρβαση τοῦ
πειρασμοῦ σ’ ἕνα θαυμαστὸ
σῶμα πράξεων καὶ ἔργων.
Μετὰ τὸ βάπτισμά Του
στὸν Ἰορδάνη, ἀποχωρεῖ
στὴν ἔρημο γιὰ
ν’ ἀναλάβει τὴ μεγάλη ἄσκηση
τῆς νηστείας, τῆς ἀγρυπνίας
καὶ τῆς πάλης μὲ
τὸ σατανᾶ.
«Τότε
ὁ Ἰησοῦς
ἀνήχθη εἰς τὴν
ἔρημον ὑπὸ
τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ
τοῦ διαβόλου» (Μάτθ. δ’ 1). Γιατί αὐτὸ
ἔγινε ἀμέσως μετὰ
τὸ βάπτισμα; Γιὰ νὰ
μᾶς δείξει πὼς μετὰ
ἀπὸ τὸ
βάπτισμα εἴμαστε ἐκτεθειμένοι στὸν
πειρασμὸ κι ὅτι αὐτὸ
θὰ γίνεται ὡς τὸ
θάνατό μας. Μὲ τὸ βάπτισμα
καθαριζόμαστε καὶ ὁπλιζόμαστε μὲ
τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Μετὰ ἀπ’ αὐτὸ
ὁδηγούμαστε στὴ μάχη. Γράφει ὁ
ἱερὸς Χρυσόστομος:
«Δὲ σοὺ δόθηκαν τὰ
ὄπλα γιὰ νὰ
καθήσεις στὰ μετόπισθεν, ἀλλὰ
γιὰ ν’ ἀγωνιστεῖς,
νὰ πολεμήσεις». Μὲ τὸ
βάπτισμα γινόμαστε ὅπως ὁ Ἀδὰμ
στὸν παράδεισο. Διερωτώμαστε πολλὲς
φορὲς γιατί ὁ Θεὸς
μᾶς ὁδηγεῖ
στὸ δρόμο τῶν πειρασμῶν;
Πρῶτο, γιὰ νὰ
ὑποδηλώσει τὴν ἐλευθερία
μας. Μὲ τὸ βάπτισμα ὁ
Θεὸς μᾶς ὅπλισε
μὲ τὴ δύναμή Του κι
ὕστερά μας ἄφησε νὰ
διαλέξουμε: θὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ ὄπλα
αὐτὰ ἐναντίον
τοῦ διαβόλου ἢ ἐναντίον
τοῦ Θεοῦ; Δεύτερο γιά
μας, ὥστε ἂν πέσουμε, νὰ
μᾶς δείξει τί σημασία εἶχε
ἡ ἁμαρτία τοῦ
Ἀδὰμ καὶ
νὰ δικαιώσουμε τὸ Θεὸ
ποὺ τὸν ἐδίωξε
ἀπὸ τὸν
παράδεισο καὶ τὸν ἔβαλε
στὴν κοιλάδα τῶν δακρύων. Ή, ἂν
ἀποδειχτοῦμε νικητές, ν’
ἀποκαλύψει τὴ δύναμη τοῦ
Θεοῦ ποὺ ἔχουμε
μέσα μας. Ἡ Νέα Κτίση μᾶς ἀναδείχνει
σὲ νέα δύναμη, νέο παράδεισο, νέο ἄνθρωπο,
νέα νίκη καὶ δόξα, ἀλλὰ
καὶ νέα πτώση.
Γιατί
τὸ Ἅγιο Πνεῦμα
ὁδήγησε τὸ Χριστὸ
νὰ δοκιμαστεῖ; Γιὰ
νὰ μᾶς δείξει πῶς
ὁ Χριστὸς ἀφέθηκε
νὰ δοκιμαστεῖ ἀπὸ
τὸν πειρασμὸ σκόπιμα κι ὄχι
συμπτωματικά. Ὁ Θεὸς δὲν
ὁδήγησε τὸν Ἀδὰμ
σκόπιμα μπροστὰ στὸ σατανᾶ
γιὰ νὰ δοκιμαστεῖ,
τὸ ἔκανε ὅμως
μὲ τὸ Χριστό, γιὰ
νὰ δείξει ἔτσι πὼς
ὁ Ἀδὰμ
ὑπόκυψε στὸν πειρασμὸ
σὲ εὐκολότερες
περιστάσεις, ἐνῶ ὁ
Χριστὸς σὲ πολὺ
δύσκολες συνθῆκες ἀποδείχτηκε
νικηφόρος ἀπέναντι στὸν πειρασμό. Αὐτὸ
μας δείχνει ἐπίσης πὼς ἡ
πτώση τοῦ Ἀδὰμ
ἔγινε στὸν παράδεισο, ἐνῶ
ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ
ἔγινε στὴ γῆ,
στὴν κοιλάδα τῶν δακρύων καὶ
τῆς ἐξορίας, στὴν
ἔρημο. Ἀναφέρει τὸ
εὐαγγέλιο πῶς ὁ
Ἰησοῦς ὁδηγήθηκε
στὴν ἔρημο, «ἀνήχθη
εἰς τὴν ἔρημον».
Στὴν
ἔρημο ὁ Χριστὸς
νήστεψε σαράντα μέρες καὶ σαράντα νύχτες. Τί φοβερὸ
θέαμα! Ἐνῶ οἱ
ἁμαρτωλοί, γιὰ τοὺς
ὁποίους κατέβηκε στὴ γῆ,
ἐπιδίδονται στὸ νὰ
τρῶνε καὶ νὰ
πίνουν μὲ ὑπερβολὴ
τὰ γήινα ἀγαθά, Ἐκεῖνος,
ὁ Φίλος τῶν ἁμαρτωλῶν,
παραμένει στὴ μόνωση τῆς ἐρήμου
μὲ προσευχὴ καὶ
δάκρυα μέρα καὶ νύχτα, χωρὶς νὰ
δοκιμάζει οὔτε ψωμὶ οὔτε
νερό, γιὰ σαράντα ὁλόκληρα
μερόνυχτα. Ὁ Κύριος τὸ ἔκανε
αὐτὸ γιὰ
νὰ μᾶς δείξει τὴν
ἀμέτρητη ἀγάπη Του γιὰ
τὸν ἄνθρωπο, ποὺ
τὸν καθάρισε μὲ τὴ
νηστεία Του καὶ τὸν δίδαξε μὲ
τὸ παράδειγμά Του. Ἔτσι θέλησε νὰ
δείξει ἐπίσης τὴ στενὴ
σχέση μὲ τὸν οὐράνιο
Πατέρα Του καὶ τὴν ὑπακοὴ
Τοῦ σ’ Αὐτόν.
Προσέξτε!
Ὂλ’ αὐτὰ
ποὺ οἱ ἄνθρωποι
λένε ὅτι ἀδυνατοῦν
νὰ κάνουν, Ἐκεῖνος
τὰ ἔκανε. Ὂλ’
αὐτὰ ποὺ
οἱ ἄνθρωποι κάνουν
ἀπρόθυμα καὶ μὲ
γογγυσμό, Ἐκεῖνος τὰ
ἔκανε ὑπάκουα καὶ
μὲ ζῆλο. Τήρησε ὂλ’
αὐτὰ ποὺ
ὁ περιούσιος λαὸς ἐκτιμοῦσε
πὼς δὲν μποροῦν
νὰ τηρηθοῦν. Μέσα στὰ
πλούτη τῆς Αἰγύπτου ὁ
περιούσιος λαὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ
τὸ Θεό. Ὅταν Ἐκεῖνος
πῆγε στὴν Αἴγυπτο
ἔμεινε ἀνεπηρέαστος ἀπὸ
τ’ ἀγαθά της, ὅπως κι ὁ
Ἰωσήφ. Ὁ περιούσιος λαὸς
ἔζησε σαράντα χρόνια στὴν
ἔρημο κι ἐκεῖ
ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ
τὸ Θεό, ἂν κι ὁ
Θεὸς τὸν ὁδηγοῦσε
μὲ τὸ χέρι Του καὶ
τὸν ἔτρεφε μὲ
τὸ οὐράνιο μάννα.
Κι Ἐκεῖνος πέρασε
σαράντα μέρες στὴν ἔρημο χωρὶς
τροφὴ καὶ νερό, μὲ
σταθερὴ ταπείνωση καὶ ὑπακοὴ
στὸ Θεό. Τελικὰ ὁ
περιούσιος λαὸς μπῆκε στὴ
Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας
ἀλλὰ κι ἐκεῖ
ἐγκατέλειψε τὸ Θεό, μ’ ὅλο
ποὺ ὁ Θεὸς
τοὺς προειδοποιοῦσε συνέχεια μὲ
τὸ νόμο καὶ τοὺς
προφῆτες. Κι Ἐκεῖνος,
στὴ Γῆ τῆς
Ἐπαγγελίας, ὅταν μερικοὶ
τὸν εἶχαν ἤδη
ἀναγνωρίσει ὡς Κύριο καὶ
Μεσσία, ἔμεινε σταθερὰ πιστός,
ταπεινὸς καὶ ὑπάκουος
στὸν οὐράνιο Πατέρα
Του.
Ἕνα ξερὸ κομμάτι ψωμὶ
ἀπὸ τὸν
Κύριο εἶναι πιὸ γλυκὸ
ἀπ’ ὅλα τὰ
βασίλεια τοῦ κόσμου καὶ τὴ
δόξα τους, ἂν προέρχονται ἀπὸ
τὸ χέρι τοῦ διαβόλου. Κάθε ἄνθρωπος ποὺ εἶναι
μὲ ὁποιοδήποτε
τρόπο προσκολλημένος στὸ Θεό, εἶναι πιὸ
πλούσιος καὶ πιὸ ἔνδοξος
ἀπὸ τὸ
διάβολο. Εἶναι γελοῖο γιὰ
ἕναν πλούσιο ἄνθρωπο νὰ
θελήσει νὰ λάβει κάτι ἀπὸ
τὰ χέρια ἑνὸς
ζητιάνου. Ὁ Θεὸς εἶναι
πραγματικὰ πλούσιος. Πλουσιότεροι μετὰ
ἀπὸ Ἐκεῖνον
εἶναι οἱ ἄγγελοι.
Μετὰ ἔρχεται ὁ
ἄνθρωπος κι ἔπειτα τὰ
κτήνη, τὰ φυτὰ καὶ
τὰ ὀρυκτά. Κάθε
πλάσμα τοῦ Θεοῦ κατέχει κάτι
ποὺ ἔλαβε ἀπὸ
τὰ ἀρίφνητα πλούτη
Του. Ὁ διάβολος ὅμως δὲν
ἔχει τίποτα, ἐκτὸς
ἂν τὸ κλέψει.
Εἶναι
πιθανὸ ὁ σατανᾶς
νὰ δοκίμασε τὸ Χριστὸ
καὶ μ’ ἄλλους
πειρασμούς. Μπροστά του εἶχε ἕνα μοναδικὸ
παράδειγμα ἀνθρώπου ποὺ ποτέ, οὔτε
γιὰ μία στιγμή, δὲν παραδόθηκε
στὴ δύναμή του. Οἱ εὐαγγελιστὲς
παραθέτουν μόνο τοὺς τρεῖς βασικοὺς πειρασμούς, στοὺς ὁποίους
περιλαμβάνεται κάθε ἄλλος πειρασμὸς στὴ
ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ πρῶτος εἶναι
ὁ πειρασμὸς τῆς
σάρκας, τῆς θεληματάρικης φύσης μας. Ὁ
δεύτερος εἶναι ὁ πειρασμὸς
τοῦ νοῦ, τῆς
σκεπτόμενης φύσης μας. Κι ὁ τρίτος εἶναι
ὁ πειρασμὸς τῆς
καρδιᾶς, τῆς
συναισθηματικῆς μας φύσης.
Ὁ πρῶτος πειρασμὸς
συνήθως ἀπευθύνεται στοὺς νέους, ὁ
δεύτερος στοὺς ὥριμους κι ὁ
τρίτος στοὺς μεγαλύτερους. Οἱ νέοι ἀγωνίζονται
ἐνάντια στὰ σωματικὰ
πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες.
Οἱ ὥριμοι ἄνθρωποι
ἀγωνίζονται ἐνάντια στὴν
ἀλαζονεία τοῦ νοῦ,
στὶς γνώσεις καὶ τὴ
διανοητική τους ἱκανότητα. Οἱ πιὸ
ἡλικιωμένοι ἀγωνίζονται ἐνάντια
στὴ φιλαργυρία, στὴ φιλαρχία καὶ
τὴ δόξα· κι ἀπὸ
τὰ τρία αὐτὰ
ἡ φιλαργυρία εἶναι τὸ
φοβερότερο ἀπὸ τὰ
πάθη. Ἔτσι οἱ τρεῖς
αὐτοὶ μέγιστοι
πειρασμοὶ τοῦ σατανᾶ,
μὲ τοὺς ὁποίους
δοκίμασε τὸν Κύριο Ἰησοῦ
καὶ δοκιμάζει τὸν καθένα μας,
εἶναι: ἡ ἀγάπη
τῆς ἄνεσης, ἡ
φιλοδοξία κι ἡ φιλαργυρία.
Ὁ Κύρος ἀναδείχτηκε
Νικητὴς καὶ στοὺς
τρεῖς αὐτοὺς
πειρασμοὺς καὶ μάλιστα στὶς
πιὸ δύσκολες συνθῆκες: ἐνῶ
ζοῦσε πεινασμένος καὶ διψασμένος,
δίχως στέγη πάνω ἀπὸ τὸ
κεφάλι Του, δίχως φίλους κοντά Του, στὴ μόνωση τῆς
ἐρήμου. Τὰ ὑπόμεινε
ὅλα μὲ τέτοιο τρόπο,
ὥστε ἀνάγκασε τὸ
διάβολο νὰ φύγει ἀπὸ
κοντά Του: «Τότε ἀφίησιν αὐτὸν
ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ
ἄγγελοι προσῆλθον καὶ
διηκόνουν αὐτῶ» (Μάτθ. δ’
11). Ποῦ ἦταν ὡς
τότε οἱ ἄγγελοι; Γιατί
δὲν ἦταν κοντά Του
νὰ τὸν βοηθήσουν;
Σίγουρα ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ
κοντά Του μὲ δική Του ἐντολή, ὅπως
εἶναι ἀναμφίβολο ὅτι
μποροῦσε νὰ τοὺς
καλέσει νὰ τὸν βοηθήσουν, ὅταν
καὶ ὅσο τοὺς
ἤθελε. Τὸ ἐπιβεβαίωσε
ὁ ἴδιος αὐτὸ
ὅταν τὸν συλλάβανε στὴ
Γεθσημανὴ καὶ τὸν
ὁδηγοῦσαν σὲ
δίκη. Ἕνας ἀπὸ
τοὺς μαθητὲς Τοῦ
τράβηξε τὸ μαχαίρι γιὰ νὰ
ὑπερασπιστεῖ τὸ
Διδάσκαλό Του. Ὁ Χριστὸς ὅμως
τὸν ἀπότρεψε
λέγοντας: «Ἢ δοκεῖς ὅτι
οὐ δύναμαι ἄρτι
παρακαλέσαι τὸν πατέρα μου, καὶ παραστήσει μοὶ
πλείους ἢ δώδεκα λεγεώνας ἀγγέλων;»
(Μάτθ. κστ 53). Ὁ ἴδιος δὲν
τὸ ἐπιθυμοῦσε
αὐτό. Ἤθελε νὰ
δοκιμαστεῖ ἀπὸ
τὸ σατανᾶ σὰν
ἄνθρωπος. Κάθε ἄνθρωπος ἔχει
τουλάχιστο ἕναν φύλακα ἄγγελο, γιὰ
νὰ τὸν βοηθήσει στὸν
ἀγώνα τοῦ ἐνάντια
στὸν πειρασμό. Ὁ Χριστὸς
ἤθελε νὰ μείνει ἐντελῶς
μόνος Του, νὰ μὴν ἔχει
οὔτε ἕναν ἄγγελο
δίπλα Του. Ὁ Θεὸς παραχωρεῖ
νὰ δοκιμάζεται κάθε ἄνθρωπος ἀπὸ
κάποια δαιμόνια. Ὁ Χριστὸς ὅμως
ἤθελε νὰ δοκιμαστεῖ
ἀπὸ τὸν
ἴδιο τὸ σατανᾶ,
τὸν ἀρχηγὸ
τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Μὲ
λίγα λόγια ἤθελε νὰ παλαίψει στὶς
πιὸ δύσκολες συνθῆκες μὲ
τοὺς μεγαλύτερους πειρασμούς, ἐναντίον
τοῦ μεγαλύτερου πειραστῆ τοῦ
ἀνθρώπινου γένους, στὸν ὁποῖο
ὑποτάχθηκαν ὁ Ἀδὰμ
κι ἡ Εὕα στὸν
παράδεισο. Ἔτσι πάλαιψε, ἡ πάλη Τοῦ
ἦταν νικηφόρα καὶ μᾶς
ἄφησε ἕνα μοναδικὸ
παράδειγμα νίκης, γεμάτο ἐλπίδα καὶ κουράγιο. Ὁ
μεγάλος προφήτης Ἠσαΐας προεῖδε τὴν
πάλη καὶ τὴ νίκη τοῦ
Κυρίου καὶ προφήτεψε: «Κύριος ὁ Θεὸς
τῶν δυνάμεων ἐξελεύσεται καὶ
συντρίψει πόλεμον, ἐπεγερεῖ ζῆλον
καὶ βοήσεται ἐπὶ
τοὺς ἐχθροὺς
αὐτοῦ μετὰ
ἰσχύος» (Ἤσ. μβ’ 13)
Ὅταν ὁ Ἥρωας
τῶν ἡρώων ἀναδείχτηκε
νικητής, ἐπέτρεψε στοὺς ἀγγέλους
νὰ τὸν πλησιάσουν.
«Καὶ ἰδοὺ
ἄγγελοι προσῆλθον καὶ
διηκόνουν αὐτῶ» (Μάτθ. δ’
11).
Μετὰ
τὸ παράδειγμα αὐτὸ
τοῦ μέγιστου Φιλανθρώπου ποῦ
ἐμφανίστηκε στὸν ἁμαρτωλὸ
κόσμο, τοῦ καλλίτερου Φίλου ποῦ θὰ
μπορούσαμε ν’ ἀποκτήσουμε, ποιὸς ἀπὸ
μᾶς θὰ μποροῦσε
νὰ παραπονεθεῖ γιὰ
ὁποιαδήποτε δοκιμασία σ’ αὐτὴ
τὴ ζωή; Κανένας, ἂν ἔχει
συνείδηση ἢ λίγη ντροπή. Γι’ αὐτὸ
ἂς κάνουμε γρήγορα, ὅσο ζοῦμε
ἀκόμα στὶς ταραγμένες
μέρες αὐτῆς τῆς
ζωῆς, ποὺ ὅλα
δείχνουν ὅτι θὰ συντομέψουν. Ἂς
βιαστοῦμε νὰ μετανοήσουμε
γιὰ τὴν ὀκνηρία
καὶ τὴν ἀμέλειά
μας, νὰ τηρήσουμε τὸ νόμο τοῦ
Θεοῦ. Ἂς βιαστοῦμε
νὰ κάνουμε ὑπακοὴ
στὸ Θεὸ κι ἂς
σταματήσουμε ν’ ἁμαρτάνουμε γογγύζοντας ἐνάντια
στὸ θέλημά Του. Ἂς φροντίσουμε
μὲ ταπείνωση κι ὑπακοὴ
νὰ τηροῦμε ὅλα
ἐκεῖνα ποὺ
ζητεῖ ἀπὸ
μᾶς ὁ Θεός:
νηστεία, προσευχὴ καὶ ἀγρυπνία.
Ἂς προσέχουμε πολύ, γιὰ
ν’ ἀποφύγουμε τὶς παγίδες τοῦ
πονηροῦ καὶ τῶν
δαιμόνων του. Ὁ Θεὸς δὲν
ἀπαιτεῖ νίκη ἀπό
μας, γιατί γνωρίζει ὅτι δὲν μποροῦμε
νὰ τὴν
κατορθώσουμε. Ζητᾶ μόνο τὴν ἀφοσίωσή
μας στὸ θέλημά Του, ταπείνωση κι ὑπακοή.
Τὰ ὄπλα εἶναι
δικά Του, ὅπως κι ἡ νίκη εἶναι
δική Του. Θὰ βρίσκεται πάντα δίπλα μας, οἱ
ἄγγελοί Του θὰ μᾶς
διακονοῦν. Θαυμαστὸς ὁ
Θεὸς «ἐν τὴ
δυνάμει Του», ἀνυπέρβλητος στὰ πλούτη καὶ
ἀνεξάντλητος στὴν ἀγάπη
Του. Ἡ εὐσπλαχνία Τοῦ
εἶναι τόσο μεγάλη ἀπέναντι σ’ ἐμᾶς
τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε
μᾶς προσφέρει τὴ δική Του
νίκη.
Σ’
Ἐκεῖνον πρέπει
κάθε δόξα, ἀπὸ τοὺς
ἀγγέλους στὸν οὐρανὸ
κι ἀπὸ τοὺς
ἀνθρώπους στὴ γῆ,
στὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ
καὶ τὸ Ἅγιο
Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια
καὶ ἀδιαίρετη
Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς
αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν!
(Ἀπόσπασμα
ἀπὸ τὸ
βιβλίο «ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ Γ’ – ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤ’ Ἁγίου Νικολάου
Βελιμίροβιτς», Ἐπιμέλεια – Μετάφραση: Πέτρος Μπότσης, Ἀθήνα
2014)
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου