«Λέγε Συμεών,
τίνα φέρων ἐν ἀγκάλαις, ἐν τῷ ναῶ ἀγάλλη;», ἐρωτᾶ ὑμνογραφώντας ὁ ἅγιος Γερμανός, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στὸ πρῶτο Στιχηρὸ ἰδιόμελο τοῦ Ἑσπερινοῦ της Ὑπαπαντῆς, ἤχου α΄. Η βυζαντινὴ εἰκόνα τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, ἀποτολμᾶ ν’ ἀπαντήσει στὸ ὑμνολογικὸ αὐτὸ ἐρώτημα μ’ ἕνα ἄλλο εἶδος τέχνης, περισσότερο προσιτὸ στὸ εὐρύτερο σῶμα τῶν πιστῶν.
Ἡ σκηνὴ εἰκονίζει τὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἑβραϊκοῦ ἔθους. Τοῦ ἔθους ποὺ καθόρισε ἡ ἀπαίτηση τοῦ ἴδιου του Θεοῦ, «πᾶν ἄρσεν τὸ τὴν μήτραν διανοῖγον», νὰ ἀφιερώνεται σ’ Αὐτόν. (Ἐξοδ. ιγ΄ 2), ὅπως ἐμφατικὰ σημειώνεται καὶ στὸν Εἱρμὸ τῆς ἐννάτης ὠδῆς τῆς Ὑπαπαντῆς. Αὐτὴ τὴν πραγματοποίηση τοῦ «εἰθισμένου, κατὰ τὸ εἰρημένον τοῦ νόμου» (Λούκ. Β. 24,
27), ἱστορεῖ ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπαπαντῆς. Πέντε πρόσωπα ἀπαρτίζουν τὴν σύνθεση. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μὲ τὸν Ἰωσὴφ φέρνουν στὸν ναὸ τὸν τεσσαρακονθήμερο Ἰησοῦ Χριστό. Τὰ δύο ἄλλα πρόσωπα εἶναι πρόσωπα τοῦ ναοῦ, καὶ συναντοῦν τοὺς προσερχομένους ἐντός του ἱεροῦ χώρου. Ὁ Συμεὼν ὁ πρεσβύτης, ἄνθρωπος χαριτωμένος ἀπ’ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, «δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραὴλ» (Λούκ. β' 25), καὶ ἡ ἁγία Ἄννα ἡ προφήτιδα, θυγατέρα Φανουήλ, σὲ προχωρημένη ἡλικία καὶ αὐτή. Λαμπάδα λιωμένη στὴν ὑπηρεσία τοῦ ναοῦ ἀπὸ τὴ νεότητά της, ἀπὸ τότε ποὺ χήρευσε. Στὰ χέρια της, ποὺ τόσα χρόνια διακόνησαν τὶς ἀνάγκες τοῦ ναοῦ, κρατεῖ εἰλητάριο μὲ λόγους προφητικούς, ποὺ
ἀναφέρονται στὸ πρόσωπο τοῦ προσφερομένου βρέφους Ἰησοῦ. «Τοῦτο τὸ βρέφος, οὐρανὸν καὶ γῆν ἐστερέωσεν».
Ὁ εἰκονογράφος δὲν ἐπιλέγει νὰ ἰσορροπήσει τὴ σύνθεση σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ εἰκονιζόμενα πρόσωπα,
παρόλο ποὺ κεντρικὴ θέση ἔχουν κατὰ βάση δύο. τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου,
καὶ τοῦ βρέφους Ἰησοῦ. Τὸ κέντρο τῆς εἰκόνας κατέχει τὸ ἱερό, στηριζόμενο σὲ τέσσερις κολῶνες, στεφανωμένες ἀπὸ μία σινδόνη. Τὸ ἱερὸ μὲ τὴ σινδόνη μοιάζουν νὰ διαιροῦν τὴν εἰκόνα στὰ δύο. Ἄλλωστε τὸ ὅλο συμβὰν τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἑνώνει δύο σαφέστατα
διαφορετικοὺς χώρους. Τὸ χῶρο τῆς Παλαιᾶς μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη. Τῆς προσδοκίας τῶν αἰώνων, μὲ Τὸν Προσδοκώμενο. Τῆς φθορᾶς τοῦ γήρατος καὶ τοῦ θανάτου, μὲ τὴν ἀφθαρσία καὶ τὴ ζωὴ τοῦ βρέφους Ἰησοῦ.
Δὲν σημαίνονται ὅμως μόνο συνθετικὰ οἱ δύο κόσμοι ποὺ ἑνοποιοῦνται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ποὺ περιγράφει ἡ εἰκόνα, ἀλλὰ καὶ ὑφολογικὰ ὑποδηλώνεται τὸ διττὸ μήνυμα τῆς ἑορτῆς. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ λύπη. Ἡ χαρὰ ἐκπεφρασμένη ἀπὸ τὸν πρεσβύτη Συμεών. Τὸν γέροντα ποὺ μὲ τρεμάμενα ἀπὸ τὸ βαθὺ γῆρας χέρια, προσδέχεται Αὐτὸν ποὺ ἀνέμενε αἰῶνες ἡ παλαιοδιαθηκικὴ εὐσέβεια, καὶ διψοῦσε ὁ ἰουδαϊκὸς λαός: τὸν λυτρωτὴ τοῦ κόσμου. Τὸν Συμεών, ποὺ ἀξιώνεται νὰ γίνει θεοδόχος! Τὰ πόδια τοῦ λυγίζουν ἀπὸ εὐλάβεια. Τὰ μάτια τοῦ κοιτοῦν μὲ δέος «τὸ σωτήριον φῶς» (Λούκ. Β. 30, 32) τοῦ θεανθρωπίνου
Βρέφους. Τὰ χέρια του,
σκεπασμένα ἀπὸ συστολὴ καὶ σεβασμὸ μὲ μία ἄκρη τοῦ ἐνδύματός του, γίνονται θρόνος. Θρόνος ὄχι γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦν ἕνα κοινὸ βρέφος, ἀλλὰ γιὰ νὰ κρατήσουν Αὐτὸν ποὺ κρατεῖ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Τὰ χέρια τοῦ πρεσβύτου Συμεών, ποὺ
μὲ τόση εὐλάβεια κρατοῦν τὸ θεῖο Βρέφος πάνω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο τοῦ ναοῦ, θυμίζουν τόσο πολὺ τὴν εἰκόνα τῶν λειτουργῶν ἱερέων ποὺ προβάλλουν ἐνώπιόν μας τὸ θυσιασμένο καὶ ἀναστημένο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ὅλες οἱ γραμμὲς τοῦ σώματος τοῦ ἁγίου Συμεών,
μαζὶ μὲ τὶς πτυχώσεις τῶν ἐνδυμάτων τοῦ τείνουν πρὸς τὸν Κύριο. Λυγίζουν, καὶ μὲ μία καμπυλόγραμμη κίνηση ὑποτυπώνουν τὸ δοχεῖο ποὺ πληροῦται ἀπὸ τὸ περιεχόμενό του, ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἐν προκειμένω ἀπὸ τὴ θεία Χάρη.
Ἀλλὰ ἂν ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀνέκφραστη
ἀγαλλίαση ἀφοροῦν καὶ ἀποτυπώνονται στὸν πρεσβύτη Συμεών, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐνσαρκώνει τὸν πόνο καὶ τὴν θλίψη. Πόνο γιατί προσφέρει καὶ ἀποχωρίζεται τὸν Υἱό της. Τὰ χέρια τῆς διατηροῦν μία κίνηση σὰν νὰ κρατοῦν ἀκόμη τὸν Ἰησοῦ Χριστό, σὰν νὰ μὴν θέλουν
νὰ Τὸν ἀποχωρισθοῦν. Καὶ ὁ Υἱός της, φαίνεται νὰ ἀνταποκρίνεται στὰ μητρικά της αἰσθήματα. Ἁπλώνει κι αὐτὸς τὸ χέρι του σὲ μία προσπάθεια νὰ μὴν ἀποχωρισθεῖ τὴν Παναγία μητέρα Του. Μία ἔκφραση τῶν αἰσθημάτων τῆς τελείας ἀνθρωπίνης φύσεώς Του.
Ἀνάμεσα στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ τὸν θεοδόχο Συμεών, ὑψώνεται τὸ ἱερό, τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας, σχηματίζοντας ἕνα φράγμα ἀπαγορευτικό. Ἡ Θεομήτωρ στερεῖται τὸν Υἱό της, καὶ ἡ θλίψη τῆς ἐπιτείνεται ἀπὸ τὰ προφητικὰ λόγια του ἁγίου Συμεὼν «καὶ σοὺ τὴν καρδίαν διελεύσεται ρομφαία» (Λούκ. Β. 35). Ἡ Παναγία πλέον ἀρχίζει νὰ στρατεύεται στὸν δρόμο τοῦ σταυροῦ, ποὺ εἶναι τὸ δῶρο τοῦ Υἱοῦ τῆς σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Τὸ δῶρο αὐτὸ ποὺ χαρίζεται καὶ στὴν ἴδια, μὲ μία διπλὴ ἐπίπτωση. Τῆς χαρᾶς, τῆς σωτηρίας καὶ τῆς λυτρώσεως ἀπὸ τὴ μία, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, τῆς θλίψεως τῆς μητρικῆς καρδιᾶς τῆς μπροστὰ στὴν ἄρνηση ἀποδοχῆς ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ της. Ἄρνηση ποὺ θὰ φθάσει μέχρι τὸν σταυρικὸ θάνατο.
«Ἀνοιγέσθω ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ σήμερον», ὅπως ψάλλεται καὶ στὸ Δοξαστικὸ τῶν ἐκεκραγαρίων τοῦ Ἑσπερινοῦ της Ὑπαπαντῆς, σὲ ἦχο πλ. τοῦ β', γι’ αὐτὸ καὶ ὁ εἰκονογράφος ἱστορεῖ τὰ κτήρια καὶ τὶς στέγες τους νὰ συγκλίνουν σ’ Αὐτὸν ποὺ ἁγιάζει ὁλόκληρη τὴν κτίση. Αὐτὸν ποὺ εἶναι «φῶς διασκεδάζον τῶν ἀπίστων ἐθνῶν τὴν σκοτόμαιναν, καὶ δόξαν τοῦ νεολέκτου Ἰσραήλ», ὅπως τονίζεται καὶ στὸ ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς της Ὑπαπαντῆς, ποὺ ψάλλεται σὲ ἦχο α' Λυτρωτὴς τόσο τοῦ ἐθνικοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου, ὅσο καὶ τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Καὶ τὸ λυτρωτικὸ αὐτὸ μήνυμα ποὺ ἀφορᾶ ὅλο τὸν κόσμο, ὑποδηλώνεται ἀπὸ τὰ δύο περιστέρια, τὰ ὁποῖα προσφέρει ὁ Ἰωσὴφ στὸν ναό. Δὲν ἀνταποκρίνονται μόνο στὴν καθορισμένη προσφορά, ἀλλὰ συμβολίζουν καὶ τοὺς δύο κόσμους, γιὰ τοὺς ὁποίους προσφέρεται ἡ θυσία τοῦ Κυρίου μας. Τὸν κόσμο τῶν ἐθνικῶν καὶ τῆς εἰδωλολατρίας, καὶ τὸν κόσμο τοῦ εὐεργετηθέντος Ἰσραήλ.
Ὑπαπαντή! Σημαίνει συνάντηση τοῦ Κυρίου μὲ τὴν προσδοκία τοῦ κόσμου.
Ὑπαπαντή! Καθ’ ἢν «Χορὸς ἀγγελικός,
ἐκπληττέσθω τὸ θαῦμα!
βροτοὶ δὲ ταῖς φωναῖς,
ἀνακράξωμεν ὕμνον,
ὀρῶντες τὴν ἄφατον
τοῦ Θεοῦ συγκατάβασιν»
ὅπως θαυμάσια προτρέπει τὸ Κάθισμα τῆς πρώτης στιχολογίας
τοῦ Ὄρθρου τῆς ἑορτῆς, ἤχου α΄, καὶ μέσα ἀπὸ τὴν περιγραφική,
συμβολική, ἁγία καὶ ἱεροπρεπῆ τέχνη τῆς βυζαντινῆς εἰκονογραφίας. Ἂς προσκυνήσουμε λοιπὸν τὸ ἱστορούμενο γεγονός. Ἂς προσκυνήσουμε τὸν νηπιάσαντα καὶ βρεφοκρατούμενο
Σωτήρα καὶ Λυτρωτή μας.
Ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Ἡ Δράσις μας, Φεβρουάριος τοῦ 2007.
Ὑμνολογικὴ ἐκλογή.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Χαῖρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε» ἔκ σοὺ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ θεὸς ἠμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις, τὸν Ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἠμῶν, χαριζόμενον ἠμὶν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου